Χτες βράδυ συμμετείχα σε μια σύναξη άκρως ( πολιτικοποιημένων ) ατόμων ….50 τον αριθμό .
Μπλα μπλα μπλα δημοκρατία μπλα μπλα μπλα με εκλέξανε που έλεγε κι ο Νιόνιος, και πέρναγε η ώρα επί της διαδικασίας και δώστου ξανά μανά η διαδικασία…… Οι εκλογές είναι κοντά και πρέπει να τρέξουμε ,ομπρός βήμα γοργό…. Και να η απεργία της Πέμπτης ,και δώστου οι τοποθετήσεις….. Η ώρα όμως ήγγικεν ,μιλούσαν για μένα…( πάλι πρώτη μούρη στο Καβούρι )…αλλά δεν το ξέραν… λέγαν για τους άνεργοι…χιχιχιχιχιχι πάντα κλέβω τη παράσταση ο κερατάς….
Τρόποι βοήθειας των ανέργων έπεφταν κατά ρυπάς απάνω στο τραπέζι….κάποια στιγμή εμπλέκονται και αι ΤΡΑΠΕΖΑΙ , και οι ΕΦΟΠΛΙΣΤΑΙ .Κρύος ύδρος με έπιασε ,από την άλλη σκέφτηκα..(κάτσε ρε Γιώργη…μπορεί και να τα κονομήσεις…. εξ ου και περίμενα να δω την κατάληξη ) .
…..<Εγινε λάθος στην υπογραφή κυβέρνησης και τραπεζών… οπότε το θέμα των 550.000.000 νομικά δεν στέκει σαν απαίτηση > ……. < Ο Πειραιάς είναι γεμάτος εφοπλιστές , μήπως θα μπορούσαμε να……>.
Για άλλη μια φορά κατάλαβα ότι δεν ενδιαφέρονταν για μένα ….και γω που νόμιζα …. Κυρ Παντελίδες ,μάλλον δεν έχετε καταλάβει ,δεν θέλω ελεημοσύνη ,απαιτώ τη ΖΩΗ μου .Και αν τελικά νοιάζεστε για μένα ,για ΕΣΑΣ ,σταματήστε να θεωρείτε ΛΑΘΟΣ τις συμφωνίες κυβέρνησης τραπεζών ,σταματήστε να ελπίζετε στη ΜΕΓΑΛΟΨΥΧΙΑ των εφοπλιστών ……… γκρεμίστε τους .
Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο χτίστης,
ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,
πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.
εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης·
του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης
και με το καριοφίλι μου και με τ’ απελατίκι
την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι.
Κάλλιο φυτρώστε, αγκριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι και κάλλιο ανοίχτε τάφοι,
και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε αίμα,
παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα.
Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια
ξανάρχεται. Καλώς να ρθή. Γκρεμίζω τη ασκήμια.
Είμ’ ένα ανήμπορο παιδι που σκλαβωμένο το ‘χει
το δείλιασμα κι όλο ρωτά και μήτε ναι μήτε όχι
δεν του αποκρίνεται κανείς, και πάει κι όλο προσμένει
το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει
Μα τ ο τσεκούρι μοναχά στο χέρι σταν κρατήσω,
και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο.
Τάχα ποιός μάγος, ποιό στοιχειό του δούλεψε τ’ ατσάλι
και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι,
και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω, και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω;
Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας όποιοι είστε
γκρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε!
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...