Πως να χωρέσεις αυτό που είσαι με αυτό που πρέπει, πως να αλλάζεις κάθε που πρέπει για να επιβιώνεις, να μην λαβώνεσαι και να μην λιώνεις.
Διπλή ζωή χαρά μισή, ένα αγκίστρι στο μάγουλο και μια πετονιά στο χέρι δεμένη.
Πνιχτή λαλιά και ανάσα βαριά σου μένει.
Είναι όμως η σειρήνα μεγάλη πουτάνα και φωνάζει και μαγεύει, αν την ακούσεις μία φορά καλά, μια ζωή θα την ακούς με μια γουλιά. Και λίγο αργότερα θα μεθάς με τη μυρουδιά της ακόμα.
Λευτεριά την είπανε και κλέβει ψυχή και νου.
Και πως να τα μονιάσεις, να τα μπολιάσεις με του έρωτα το γελαστό το χρώμα.
Πως να ημερέψεις το θεριό για να μην φάει εσένα.
Αγκάλιασε με δυνατά, κ με τα δυο σου χέρια, πιο δυνατά….να μην σκιστώ στα δύο.
———————————————————————————————————-
‘… Νομίζουν ότι παραμιλώ, αλλά είναι που μιλάω μαζί σου. Νομίζουν ότι σωπαίνω, αφοσιωμένος στη θλίψη που με κατέχει, αλλά είναι που σε ακούω να μου μιλάς. Άλλοτε παραξενεύει ο λήθαργος μου, αλλά είναι που ονειρεύομαι εσένα. Ακούω συμβουλές ότι πρέπει να συγκεντρωθώ και να βρω τον εαυτό μου, αλλά εσύ μέσα μου αγνοείς τις συμβουλές τους. Εκείνος ο περίπατος στο νυχτωμένο απόβροχο ήταν δική σου ιδέα ή δική μου; Το σακάκι που φορούσες από μαύρο κασμίρι καi το γαλάζιο πουκάμισο ήταν δική σου επιλογή; Εσύ ή εγώ πρότεινα έναν εσπρέσο βιαστικά και μια επίσκεψη μετά στα καταστήματα; Κ ποιος αστειευόταν στις πωλήτριες; ΤΟ είδωλο στους καθρέφτες ένα γύρο να δοκιμάζει τα καπέλα, δικό σου ήταν ή δικό μου; Δύο είμαστε, ή ένας μόνο, ή πολλοί; Η αποδεκτή μέθοδος της απομόνωσης του αγνώστου από όλα τα δεδομένα δεν ισχύει για το πρόσωπο σου. Γιατί όσο περισσότερο σε πλησιάζω, η οικεία άγνοια μου βαθαίνει. Ρωτούν οι φίλοι, ποια είναι η μορφή που την καρδιά μου έχει κλέψει; Ποιο πρόσωπο κρατώ ζηλότυπα μόνο για μένα; Κι εσύ μέσα μου σωπαίνεις…”
Μάξιμος Οσύρος
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...