Χαμογέλασε θωρώντας στον καθρέφτη
τις πληγές που ‘χε αφήσει ο χρόνος
ο αμείλιχτος στο πρόσωπό του.
Μονάχα κάποιες τσίμπλες απόδιωξε
που ‘χαν ριζώσει καταμεσής στα βλέφαρα
αποβραδίς.
.
Πασίχαρος πια έβλεπε την ανατολή, να
ξεθωριάζει το σκότος και να καγχάζει βροντερά
τις σκοτεινές φιγούρες που σε λαγούμια
ανήλιαγα πάλεβαν αιώνες τώρα να εξυψώσουν
την ξεφτίλα σαν κυρίαρχο χαρακτηριστικό
της πλάσης ολάκερης.
.
Ο καιρός γαρ εγγύς, και τούτος ο απόμαχος
ήταν από τους πρώτους που το ‘χε νοιώσει,
καθώς το σαράκι σάλεβε από τα πρώτα του
βήματα στα σωθικά του.
Το μόνο που βάραινε την λαξεμένη σκέψη του
ήταν πως το ρυτιδιασμένο σαρκίο του δεν
θα’ταν πρέπον να θεάται στην πρώτη γραμμή,
κει που το ζωηφόρο μέλλον θα ποδοπατούσε
το χτικιάρικο παρελθόν που πανούκλα και σύφιλη
βρωμούσε απ’ άκρη σ’ άκρη.
Έστω και τελεφταίος τρικλίζοντας θα το ανηφόριζε
κείνο το καλοτράχαλο μονοπάτι προς το φως,
εκείνο που ζεσταίνει τις καρδιές των Ανθρώπων.
.
Δελφίνια χαρωπά και γλάροι αλαλάζοντες
θα συντροφέβουν το τρικάταρτο σκαρί
που Ελεφθερία ονομάσαμε προς τιμήν της κόρης
της μονάκριβης, κείνης που μονάχοι μας θάψαμε
πριν από τη γέννησή της προσμένοντας άθλια
την ανάσταση.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...