Γράμματα στοιχίζονται διό διό ένα ένα
φτιάχνουν λέξεις και καταλήγουν σε περίτεχνα νοήματα.
Και συ κλαις.
Φτιασιδωμένος ο κόσμος ξεκινάει πρωί πρωί για τη δουλειά,αν έχει,
Και συ γελάς.
Οι δρόμοι γιομάτοι θλίψη και σουσάμι από κουλούρια,
φαντάζουν ατέλειωτοι, μικροί.
και συ πονάς.
Ενα γυφτάκι πουλάει τη μάνα του στο φανάρι,
αλλά το τζάμι του αμαξιού είναι κλειστό όπως και η καρδιά μου.
Και συ μισείς.
Ο ήλιος ακούνητος χάσκει μέσα απ τα σύγνεφα
και παίζει κρυφτό με τους μετανάστες στην Ομόνοια που γυρεύουν μεροκάματο.
Και συ νομίζεις πως ερωτεύεσαι.
Μια μάνα κουβανά τη τσάντα του παιδιού της,
μπας και το ξελαφρώσει για λίγο απ την αβάσταχτη ζήση που του φτιάξε.
Και συ προσπαθείς να αγαπήσεις.
Ενα πρεζάκι με γερμένο κεφάλι τρώει το ντόνατς
που η κυρία με το ταγιέρ του αγόρασε για να εξιλεωθεί.
Και συ ονειρεύεσαι.
Ο προνοητικός κύριος με το κουστούμι κρατά μιάν ομπρέλα
μήπως βρέξει.
Και συ ψάχνεις την αλήθεια γυμνή.
Οι παππούδες στον καφενέ, αξημέρωτοι λύνουν τα προβλήματα του κόσμου
που δεν μπόρεσαν να λύσουν νέοι επειδής δούλευαν.
Και συ σκέφτεσαι μιαν άλλη ζωή.
Ενα παράνομο ζευγάρι ανταλλάζει κλεφτά φιλιά στο ασανσέρ
λίγο πριν μπουν στην εταιρεία για τον επιούσιο.
Και συ κλάνεις.
Είναι πρωί ακόμα, έχουμε πολύ δρόμο μέχρι να νυχτώσει,
η μήπως δεν ξημέρωσε ποτές ….. ?
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...