Στριμωγμένος ανάμεσα σε φτηνά άσματα χρυσοφόρα
ξεπουλάω τη ζωή μου,
ενθυμούμενος τρανές στιγμές δαφνοστεφανωμένες
σα και κείνη τη θολή πια που ο κυρ Χοσέπ
κατέβαζε εβλαβικά το κάντιο απ’ τη προθήκη
για να γλυκάνει πληγές.
Ανέσπερες ηλιαχτίδες από τα τότες,
παιχνιδίζουν μέσα από σκοτεινούς κισσούς
και πνίγονται στη λήθη,
σαν να μην άξιζαν ποτές κάποιες στιγμές αιωνιότητας.
Ζαλισμένη η Σονάτα του σεληνόφωτος απ’ τις 33 στροφές,
ψελλίζει λόγια ακατάληπτα, μοναχά αραιά και που
λιβάνι και μυρτιά σκορπάει στο σπιτικό.
Μυωπικές θύμησες έρχονται και φέβγουν το ίδιο γοργά
σαν τα πλεούμενα που το λιμάνι τους χάσαν
και περήφανα δεν γύρισαν ποτές την πλώρη κατά πίσω.
Ενα ντροπιάρικο φεγγάρι κρύβεται πίσω απ’ ένα σύγνεφο
μη και δει δυο ερώτους κατάχαμα στα κρύα μάρμαρα
της Ακρόπολης.
.
Έλα να σε μάθω αφτά που δεν γνώρισα ποτές.
Έλα να σου δείξω αβλές με απλωμένα κάτασπρα σεντόνια
που ο ιδρός της λαχτάρας δε βγήκε ποτές από πάνω τους.
Κοίτα κει παραδίπλα δυο κούτσικα που παίζουν τους
μεγάλους, κοίτα τους που πόλεμο κάνουν
πριν πνιγούν στα φιλιά σαν θυμηθούν πως παιδιά
ειν’ ακόμα.
Έλα χιλιόμορφη παρθένα ανέγγιχτη να σου δείξω
δρόμους σπαρμένους με κρίνα που τα αγκάθια τους
στα κατάβαθα θάψαν κρυφά.
.
Αλαργινή σε θέλω, άφθαρτη από εμπειρίες,
με ένα φρεσκοπλυμένο λεφκό πουκάμισο
και μια κηλίδα αίμα στο μέρος της καρδιάς.
Γυμνή σε θέλω με τη μήτρα ολάνοιχτη
και πληγιασμένα απ’ το διάβα ποδάρια.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...