Νωρίς ο θηλασμός κομμένος
και κόκκινο κρασί τα χείλη τύλιξε
τα στήθια πότισε και άνθισαν γεράνια
ρίζες τραβήχτηκαν από τα πάνω
μαλλιά να μοιάζουν
και μια δροσιά τα χάιδεψε
μα τ ανακάτεψε
Ολόλευκα φιλιά δεν κεράστηκες
μόνο περαστικά, μελανιασμένα
γιατί εσύ άγριο λουλούδι από την έρημο εγίνηκες
και περισσέματα φιλιά τα μοίρασες
τι κι αν το κορμί σου πούλησες
ή στο πουλήσαν
με ηδονή τους μέθυσες
και έγκωσαν απ τα παραπανίσια σου
σκόρπια χάδια σε πληρωμένες αγάπες
δανικές ευτυχίες και κακοπληρωμένες ελπίδες
να σου ζαρώνουν χρόνους και πίκρες το παιδεμένο από την εργασία κορμί
ένα μυαλό σφουγγάρι να σημειώνει σαν τη μοίρα φάτσες, διαθέσεις και πορτοφόλια
και ένα μαλλί ξανθό που πελώριασε
να διώχνει με φως τη μιζέρια πάνω από τα παραμορφωμένα πρόσωπα
όλοι να παίρνουν δύναμη από τις στείρες σου αγκαλιές
μα συ να χάνεις
να μοιράζεις το μαγικό σου φίλτρο σε ανάξια στομάχια
βρόμα, ιδρώτας, λερωμένα σεντόνια, ενοχές, ντροπή και άδειασμα
κουφάριασμα, να δίνεις από το μέσα
να χορταίνεις τους άλλους από την πείνα σου
τη δύναμη κ αυτό
βράδια με φασαρία, οινοπνεύματα και βρώμικες ανάσες έτοιμες να πάρουν φωτιά
εσύ όμως εκεί, γέμιζες τα άδεια κορμιά κ πόναγες με τις ουλές τους
να μην πέφτεις με τίποτα, όρθια σαν τον ψηλό αέρα, τον δυνατό
και να γλιστράς και να σηκώνεσαι
να γιομίζεις με φως τις μουτζουριασμένες πλευρές τις καρδιάς
και να στέκεις
εσύ γυναίκα ολάκερη, λυγερή και αλύγιστη συνάμα
να κρατάς τα κλειδιά από τα σεντούκια της περηφάνιας σφιχτά στα στήθη σου
εκεί που λαίμαργες γλώσσες δεν φτάνουν από την βιασύνη
και ένας παράδεισος αγωνιά να ανοιχτεί
Πονεμένη γυναίκα, αδικημένη, τα έχει τα κλειδιά
που όταν σωθεί αυτή, όταν καταλάβει ότι η πόρτες ανοίγουν με τα κλειδιά
και όχι με το χέρι που τα κρατάει, θα βγούμε και άλλοι από το ίδιο τούνελ
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...