Τρομαγμένος από γουρλωμένα μάτια απέραντων,
ετερόκλητων σογιών, να λαχταράς τη ζωοφόρα
ρόγα της μάνας σου,κάπως έτσι άδραξες
την πρώτη σου εφκαιρία για ζωή.
Και μετά εκείνα τα ατέλεφτα παιχνιδίσματα
που μοναδικό σκοπό είχαν την αποτρόπαια
ευφυϊα σου , να έρπουν γλιτσιάζοντας
τις ελικοειδείς σου αποφύσεις απ’ άκρου
σε άκρο.
Αλυσοδεμένος σε ονείρατα άλλων
απραγματοποίητα που συντροφέβουν τα <παιγνίδια >
σου με συμπαίκτες εξαναγκαστικούς να ξοδέβεις
τα χρόνια σου.
Ωσπου η πρώτη μέρα του <σχολειού> δεν αργεί
για νάρθει.
Τότες ήταν που το γιγάντιο γκρίζο κτήσμα
φόβο σούφερε στο νου μιας και το δέος
ήταν άγνωστο για τα σε.
Λίγο μετά ήταν που ο παχουλός γιομάτος λίπος
καθηγητής, αρνιόταν πεισματικά να χαϊδέψει
την ψυχή σου, ερμητικά συγκεντρωμένος
στο μη λάθος, στην απόλυτη <αλήθεια> της
ιστορίας.
Και πιο μετά ήταν που κατάλαβες πως
για όλες τις ερωτήσεις που σου έκαναν
είχαν από καιρό φτιαγμένες και τις απαντήσεις
σου.
Απειρος ακόμη από την απαστράφτουσα
εμβληματική περιρρέουσα ξεφτίλα
έμοιαζες παράταιρος, επικίνδυνος.
Μα να που τα χρόνια διάβηκαν γοργά
μέσα από σένα και νάσου τώρα με σπίτι,
αμάξι, γυναίκα και παιδιά, επιτυχημένος,
χρήσιμος, κανονικός
και με ένα τεράστιο συγχωροχάρτι στο νου
για όλα εκείνα.
….. Δεν ήξερες … παιδί ήσουν …..
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...