Εντός μου οι λέξεις σφαδάζοντας αγκομαχούν
διέξοδο για να βρουν,
να λογχίσουν καρδιές με μνήμες ανέσπερες
στο θαλερό έρεβος βουτηγμένες.
Παφλασμοί αγγελικοί, σάπια σκαριά συναπαντούν
στο καρνάγιο, κει που ο γέροντας
στα τέσσερα χαϊδολογάει ένα γατί ετοιμόγεννο.
.
Σάμπως να αρμενίζω με τρικάταρτο σε σκέψεις θαμπές
στοιβαγμένες σαν σε καμπούρα απ΄ τα χρόνια
που ανώφελα χάθηκαν μια για πάντα.
Σάμπως να λιγοψυχάω να κράξω την εξουθενωμένη
αλήθεια στο απαράμιλλο σύμπαντο.
Σάμπως να ντρέπομαι την συγνώμη για όλα τούτα
που δεν έκαμα για σένα ,για μένα , για μας.
.
Ασάλεφτος παραμένω σε διατεταγμένη υπηρεσία,
φανατισμένος στρατιώτης (όχι στρατηγός)
της απρόσμενης Λεφτεριάς που λαφίνα αγέρωχη
θυμίζει, με ένα βέλος καρφωμένο κατάστηθα
κι απ΄την άλλη σαν κατάλεφκος αετός
με τα φτερά πανώρια βαμμένα στο άλικο
των αιμάτων, που χρόνια τώρα χύνονται
για δάφτη.
.
Μονάχη προσμονή τώρα στη δύση του ήλιου μου
του ηλιάτορα, είναι να φύγω ταξιδεφτής
του ονείρου γυρέβοντας την
και κείνη την στερνή την ώρα να νιώσω το χάδι της
να κυριέβει την πλάση σύγκορμη.
Έτσι το ποθώ το φεβγιό μου, με την υπέρτατη ερωμένη
στο πλεβρό μου και την αποσταλιά του αίματός μου
στο αλαβάστρινο μέτωπο της να κυλά.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...