Χιόνι στη καρδιά, μα και στο μυαλό μαύρο χιόνι,
αντίκρυ στο λευκό της ορμής, της νιότης,
που τόσο μου λείπει.
Ενάντια στο άλικο των αιμάτων,
αγνώστων από την ιστορία ηρώων καθημερνών,
εσένα, εμένα, εκεινού του θεριστή,
που προδομένος απ’ τη σπορά του
πήρε το δρόμο χωρίς επιστροφή
για τ’ αψηλά τ’ αλώνια.
Ανέσπερες μνήμες, κανακεμένες
στου λαού το λιοτρίβι, κει που η ελιά πριν λιώσει,
βάλσαμο σταλάζει στων ανθρώπων τις ζωές.
Μυρουδιές γης του Πάμπλο,
συνταιριάζονται με του Φεντερίκο τους ερώτους,
για να φλογιστούν απ’ του Κωστή τους αγώνες
ενάντια στο δουλικό που μέσα μας κουβανάμε.
Ανάκατα όλα τη φλόγα γυρεύουν να γκαλιαστούν,
και σαν ηφαίστειο πύρινους ποταμούς να ξεράσουν,
να κατακάψουν κάθε παλιό και άδικα καμωμένο.
Φασισμένη ζήση γιομάτη νόμους και εξουσίες
μιας οχιάς που το φαρμάκι της ξετέλεψε,
απ’ τις μυριάδες δαγκωματιές,
και μεις γυρεύουμε τον πύθωνα.
Ούτε λόγος για τον Αϊτό,
που εύκολα όλα τούτα με τα νύχια του ξεσκίζει.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...