Φτιαγμένη από αίμα, λάσπη και αστροφεγγιά ήσουν,
ολόρθη με δυο χαρακιές,
μια στο πρόσωπο, που στάβρωνε δυο μουσκεμένα μάτια
και μια καταμεσής στα στήθια, που μάβρο γάλα
στάλαζαν λυπημένα, έρμα δίχως χείλη.
.
Άνισο το πάλεμα της μνήμης με το χτικιό
που την φτιάξη σου είχε μολύνει.
Απέθαντο όμως το πάθος μου κι ο έρως
για την ομορφάδα των σπλάχνων σου,
αφτών που παράδωσες ερήμην μου για ένα
καρβέλι ψωμί και ένα ρουμπίνι, που σταλαγματιά
αίμα φάνταζε στα ανήμπορα μάτια μου.
.
Μια λεφκή κορδέλα αποκοιμιόταν παραμελημένη
στη ρωγμή φωτός του γερμένου παραθυριού. Αφτή
ήταν που έλειπε για να συμπληρώσει την κραβγή
του φονικού και της ανάστασης που παραμόνεβε
στο πρώτο χάραμα.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...