Μίζερες λιμνοθάλασσες, ρηχές,πεπερασμένες,
άλλοθι του πελάου τα θαμπά θέλω μας.
Κύματα βουβά, ανήμπορα
έστω για ένα χάδι στην ακτή τα πρέπει μας,
δεμένα πορφυρές αλυσίδες,
τριγυρισμένα από λακέδες ψυχών.
.
Γερμένος πάνω στους ώμους μου
περιδιαβαίνω μέσα σε ένα αδειανό κουφάρι
ζώντας μονάχα απόξω,
θεατής ολέθρου,
υμνητής φασίζουσας συμπεριφοράς
του διπλανού, που ντε και καλά
θύμα γυρέβει να ανταλλάξει εαφτόν
……… ας ειν ακόμα και το παιδί του.
.
Ενα ηχηρό φτου ξεπροβάλει που και που
καταμεσής από παρατημένα δόντια.
Ενα φτου σε καθρέφτη σπασμένο,
ανίκανο για τη παραμικρή αντανάκλαση.
.
Ετσι πλασμένες με σάλια γοερά
κείτονται οι ζωές μας,
κοντές, λίγες, αδειανές,
χρηματισμένες με 30 αργύρια,
νόθες από μάνα.
Μοναχά το σπέρμα βροντοφωνάζει
την ύπαρξή του για να μη ξεχαστεί
στη λήθη.
Μονάχα το σπέρμα που Ιστορία λέγεται.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...