Κάπου κάποτε ήταν ένα διάφανο που περπατούσε πάνω στο γκρίζο κοιτώντας το γαλάζιο
έψαχνε το πράσινο να το χαζεύει
πέρναγε την ώρα του παίζοντας με τον παγωμένο αέρα στους πνεύμονες
φύσαγε σαν καπνό το διάφανο χνώτο του
Σκαρφάλωνε πάνω στα μπεζ για να δει το πράσινο από ψηλά
μα γκρίζα λευκά του κόβαν τη θωριά
και δυνατά αερικά σαν αυτό διάφανα του τρελαίναν την πυξίδα
Εκεί οι πυξίδες θέλουν δύο χρώματα για να δουλέψουν, δύο σταθερές
όμως εκείνο δεν ήθελε να λερωθεί
μικρά στρογγυλά πορτοκαλί επάνω στα καφέ έδιναν την ζογκλερική εκείνη νότα που έλειπε από το νταβατζίδικο γκρι
μέσα στο πολύ το γκρι ήρθε και το μαύρο να στοιχειώσει ότι επέμενε πεισματικά να λάμπει
σε πείσμα όμως, άσπρες μυτερές αστραφτερές βούλες κάνανε σκόντο στο συννεφιάτικο πέταγμα
τότε άνοιξε τα διάφανα φτερά του να πετάξει ψηλά και εκείνο
μα πέρασε από μέσα ο αέρας για δεν τον εκράταγε το διαφανί
και έπεσε χαμηλά με βία
έγινε κόκκινο
τότε ένα ακτινωτό κίτρινο ήρθε και έσπρωξε πέρα το μαύρο
και η πυξίδα δούλεψε
και βρήκε το πράσινο του που ψαχνε
όμως είχε χάσει τη διαφάνεια του και είχε γίνει κόκκινο
μη όντας διάφανο πια, κυλίστηκε στο χώμα
πήρε και τα άλλα χρώματα μέσα του
να μην αδικηθούνε
και τα πλεξε να μπερδευτούν
τέλος, καμπύλιασε να μοιάζει με γιοφύρι
από αυτά που είχε ακούσει ότι ενώνουν τα δυο και τα πολλά
και ανταυτού, λόγο φτιάξης, λόγο χρωμάτων
ουράνιο τόξο έγινε
που στις άκριες του κρατούσε θησαυρούς
και τους μοίραζε σε όσους έρχονταν λερωμένοι στα γόνατα και στις ψυχές
τους έλουζε χρώματα …. ουράνια τόξα να μοιάζουν
να καμπυλιάζουν, να μην τους φτάνουν
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...