Ζυγώνει το πλήρωμα του χρόνου, θεριέβει η προσμονή,
και κείνο το μαχαίρι δεν λέει να ξεμυτίσει απ τη πληγή.
Εχει σταθεί κει μέσα και δεν αφήνει το αίμα να ξεπηδήσει,
και φως και ζωή τον τόπο να γιομίσει.
Κόκκινο κι αγιόκλημα η πλάση να μυρίσει,
να μην αφήσει να ρθει ποτές η δύση.
Ειν ο κόμπος που σε πνίγει ολοένα πιο πολύ,
είναι που θαρρείς σαν να ζεις από μέσα σου,και απ’ όξω δεν.
Είναι σαν που περνά το σύγνεφο,
και δεν αφήνει τον ήλιο να χαρεί τη ζεστασιά των ανθρώπων.
Είναι σαν το βρέφος που ψάχνει τη ρώγα της σκελετωμένης μάνας,
που μάταια σκίζει τα στήθια της για λίγο γάλα.
Είναι σαν τον παππού που λέει τη ζωή του παραμύθι στο εγγόνι του,
από φόβο μη μάθει την πικρή αλήθεια.
Και συ καημένη γυρεύεις του κάκου ,την αγάπη σ’όλα αυτά…….. σε ζηλεύω.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...