Ηταν πολύ όμορφη η ΕΛΕΝΗ. Ψιλή, λυγερόκορμη, με στήθια στητά σαν πεπονάκια και κάτι καπούλια που στο πέρασμα τους αναστέναζε ολάκερος ο μαχαλάς.
Από πολύ μεγάλη οικογένεια, βυζαντινή, οι προπαππούδες φιλόσοφοι, καραβοκύρηδες, πολεμιστάδες, δοσίλογοι , νταβατζίδες, όπως και ναταν μεγάλο και τρανό σόι . Περιουσία τρανταχτή το ΛΕΝΙΩ. Τι συγγράμματα, τι διαμάντια, τι μπριλάντια, τι χωράφια, τι πλαγιές ολάκερες ,και έναν ήλιο όλο δικό της να λάμπει μες τα καταγάλανα μάτια της που έκλειναν μέσα τους ολάκερα πελάγη.
Από μικρό το λιγουρεύονταν το ΛΕΝΙΩ οι επίδοξοι μνηστήρες, όταν πέρναγε απ τη λαϊκή για ψώνια με τη μαμά, τρέχανε τα σάλια των εμπόρων ,ξελαρυγγιάζονταν να διαλαλούν την πραμάτεια τους μπας και (τσιμπήσει ) το ΛΕΝΙΩ. Και να που τελικά (τσίμπησε ).
Ο ψαράς ήταν ο πρώτος, ντελικανής αφράτος και φραγκάτος. Ο γάμος έγινε στη μητρόπολη με δόξες και τιμές, καλεσμένοι ούλοι οι χλημητζουρέοι.
Ο καιρός περνούσε …το ΛΕΝΙΩ γεννούσε κουτσούβελα, αυτά θέλαν φαί αλλά ο ψαράς γιοκ….. Αραχτός στον καφενέ με τα τσιπουράκια του. Είδε κι απόειδε το ΛΕΝΙΩ χωρίζει τον αχαίρευτο (Εδώ θα είναι καλό να τονίσουμε ότι έπεφταν και μερικές φάπες και στο ΛΕΝΙΩ αλλά και στα κουτσούβελα ) .
Τέσσερα χρόνια μετά η ΕΛΕΝΗ γνωρίζει έναν αψηλό μπιρμπιλομάτη από το οξωτερικό ,μεγάλο όνομα ,πολλά τα λεφτά …..Συνείλθαν εις γάμου κοινωνία ευθύς. Και να ξανά μανά τα κουτσούβελα, και να ο μπιρμπιλομάτης αραχτός στη μπαρμπουτιέρα να ρίχνει ζαριές στη πλάτη της ΛΕΝΙΩΣ. <Φτου πάλι ντόρτια ήφερα..???>. Τα μούλικα πεινάγανε αλλά και τα δικά του το ίδιο , άσε που κιαυτός δεν είχε μία για μπαρμπούτι. Ώσπου φάνηκε ο Φριτς ως από μηχανής θεός.
Χτικιάρης ο Φριτς αλλά φραγκάτος, σαν ξερολούκουμο το βλέπε το ΛΕΝΙΩ. Λίγο από δω λίγο από κει τα βρήκαν, μία πήδαγε ο ένας μία ο άλλος,,μια και οι δυο μαζί,,και δώστου κιάλλα μπάσταρδα.
Ο καιρός περνούσε τα πεινασμένα μπάσταρδα πλήθαιναν, ο μπιρμπιλομάτης, ο Φριτς και μερικοί άλλοι φραγκάτοι πηδούσαν αβέρτα και το ΛΕΝΙΩ γερνούσε με γεωμετρική πρόοδο πια. Τα διαμάντια και οι πλαγιές είχαν ήδη ξετελέψει, μοναχά ο ήλιος είχε απομείνει να καθρεφτίζεται ακόμη στα κουρασμένα καταγάλανα μάτια της, τα βυζά της είχαν κρεμάσει, το ίδιο και ο κώλος της, αλλά αυτά τα μάτια………………
Ο μπιρμπιλομάτης ο Φριτς και όλοι οι πηδηχταρέοι άρχιζαν σιγά σιγά να λακίζουν, δεν υπήρχε τίποτε να πάρουν πια αλλά ούτε και να γαμήσουν.
Το ΛΕΝΙΩ για πρώτη φορά κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, είδε τι ζαρωμένο κορμί της, δεν το χε ξαναδεί νόμιζε ότι……….. Έτσι γυμνή καθώς στεκόταν με ένα δάκρυ να πορεύεται από το μάγουλο στο πέσμενο στήθος της, ένα απο τα παιδιά της μπήκε μέσα, δεν είδε την γύμνια της, μοναχά τα μάτια της .<Τ ι όμορφη που είσαι μαμά > τις είπε.
Το ΛΕΝΙΩ θυμήθηκε ότι είχε παιδιά, αυτό της είχε απομείνει ………………………….
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...