Με ένα φευγιό στο νου και στη καρδιά
τόσα χρόνια αβάσταχτης ελαφρότητας,
γιομάτης μνήμες από αρώματα πρωτόγνωρα
και λάμψεις αστεριών αυτόφωτων,
φορτωμένος θύμησες άλλων ξεχασμένων καιρών
που ευτύχησα να διαβώ καταμεσής σα γέννα πρόωρη.
Ετσι κουβανώ τη γερασμένη από βιάση φύση μου
αυτή που κάποτες απλόχερα τάιζε νου και καρδιά
τριγυρνώντας στα σφαλιστά μπουρδέλα της Τρούμπας
που ποτές δεν αξιώθηκα το κατώφλι τους να διαβώ,
να γευτώ έρωτα πληρωμένο,από τις ιέρειες του είδους.
Μονάχα χτικιό και βρώμα ελεεινής μούχλας
σε κάμποσα κεφαλόσκαλα που απόμειναν να χάσκουν
κοιτώντας λυπημένα τα λιγοστά πια φωτάκια του Τζον μπουλ
με τους νταβατζήδες άκληρους …απροστάτευτους
με ένα κομπολόι στο χέρι σα μετρητή χαμένης δόξας.
Φτηνός από αισθήσεις, πλημμυρισμένος φτιασίδια
δήθεν περίτεχνα συντροφεύω κοράκια με αγγελικές φωνούλες,
σε μια ζήση από ανέραστα πτώματα φτιαγμένη.
Αδεια κουφάρια που απόμειναν αφίλητα,
να μιλούν για πόρνες, πούστηδες και αλήτες αναμετάξυ τους,
παραδομένα σε ύπνο γαλήνιο γιομάτο εφιάλτες
που ξεχνιούνται με το χάραμα του ήλιου,
καθώς το μαγκούφικο κρεβάτι, με ορμή αποδιώχνει
το αισχρό σαρκίο από πάνω του.
Καταραμένος δήθεν ποιητής, που απλά
βρήκε χρόνο και τρόπο να διαβάσει μέσα από βλέμματα
μικρών παιδιών, αυτών που άλλοι φοβούνται,
ή απλά έχουν ένα σωρό έγνοιες στο μυαλό τους
και δεν προκάνουν ούτε καν να αντικρίσουν.
Σακάτης, αφιονισμένος με το αψέντι της δίκαιης αδικίας,
αυτής της κυράς που όξω από τα δικαστήρια περνά,
και ζητιανεύει ένα κουλούρι από τον φονιά.
Ετσι γυρνώ το βράδυ πλευρό για να γιάνω το γόνι
που δεν μπορεί πια να γονατίσει. Ποτέ μου δεν το πρόσταξα
να μη το κάμει,ποτέ μου δεν βρήκα τη δύναμη,
μέχρι που τη βρήκε αυτό μονάχο του γι’αυτό εδώ και καιρό
είμαι ορθός ……. απλά δεν λυγάει.
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...