Τώρα που όλα αλλάζουν
βρήκες να ζήσεις απ’ την αρχή τη νιότη σου?
Να την σεργιανίσεις σε σκοτεινά σοκάκια,
να μυρίσεις ματαιοδοξία, να ξεπαρθενευτείς απ’την αρχή?
Τώρα που ο καθένας γυρεύει σύντροφο
εσύ άρχισες τη πρέζα,
για να μείνεις μονάχος, δείχνοντας τ’άντερά σου μέστα σκατά,
ξερνώντας χολή τριγύρω, έρποντας?
Τώρα που ειν’ η ώρα του αγώνα,
του έρωτα, της λεφτεριάς?
Δεν θάρθω μαζίσου,
θα μείνω δωνά, να αγναντεύω ίσα πέρα μακρυά
κατάρτια να στράφτουν στο αχνό φως του φεγγαριού.
Θα στρέψω το βλέμμα στα παιδιά,
θα παίξω μαζί τους το τελευταίο παιχνίδι,
γιομάτος χαρά και κρυφή βλαστήμια.
Βλαστήμια όχι γιαυτά που έζησα,
αλλά για τα άλλα που δεν ….
Γιαυτά που μείναν ονείρατα
αλοπαρμένης νιότης φθισικής,
ανήμπορης να υπάρξει στη βρώμα τούτη
που ξεδιάντροπα τολμά να περνιέται για ζωή.
Να κοίτα δω χάμω,
βλέπεις τον μέρμηγκα που σκαρφαλώνει τη πέτρα
κουβαλώντας τη ζήση του?
Κοίτα κοίτα,πέφτει σηκώνεται παλεύει προσπαθεί,
δεν πάει γύρω γύρω, από πάνω θέλει,
να περάσει, να νικήσει, να την διαβεί.
Αυτό ειν που μετράει στη ζωή,το πως πορεύεσαι,
ίσα, μπροστά, χωρίς φιοριτούρες μάγκικα, αντρίκια
σαν παλιός νταβατζής της Τρούμπας
που έτοιμος και να πεθάνει τραβά μαχαίρι για τη πουτάνα του.
Το μόνο που με νοιάζει τώρα
είναι όχι να στα πω αλλά να στα δείξω.
Το χαρτί και το μολύβι μονάχα πεθυμιές μπορούν να γεννήσουν,
μονάχα μυρουδιές, ύμνους, μνήμες, ονείρατα.
Για να γεννούν ζήση όλα αυτά όμως
πρέπει στο δρόμο να στα δείξω.
να σου δείξω τη περπατησιά την αντρίκια εσένα
κιας μη τη περπάτησα ποτές εγώ.
Εκεί που σμίγει η χαρά με τη λύπη, με τον αγώνα.
Εκεί που ο δρόμος γίνεται κραυγή
και συθέμελα ξεριζώνει ντροπές υποταγμένες
μετατρέποντας τες σε λέφτερες ερωτικές
αγαπησιάρικες,ματιές καθάριες.
Ελα σκύψε να σε φιλήσω μια φορά μονάχα
είσαι πολύ ψηλός και δεν σε φτάνω……
ΕΛΑ…..ΠΑΜΕ.. ΝΑ ΣΟΥ ΔΕΙΞΩ….ΝΑ ΜΕ ΜΑΘΕΙΣ……..
Κάνε Like στο:
Like Φόρτωση...